Οι προσφυγές αφορούν κυρίως αμφισβητήσεις φόρων, προστίμων και τη συνταγματικότητα του τεκμαρτού υπολογισμού εισοδήματος.
Παρά τη μείωση των υποθέσεων που καταλήγουν στα δικαστήρια σε σχέση με το παρελθόν, η απογοήτευση των πολιτών παραμένει έντονη, καθώς δεν δικαιώνεται το 80% περίπου.
Τα δεδομένα δείχνουν ότι περίπου 4 στις 10 προσφυγές που υποβάλλονται καταλήγουν τελικά στα δικαστήρια, ποσοστό που έχει μειωθεί σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Το 2015, το 53% των προσφυγών κατέληγε σε δικαστική διαμάχη, ενώ σήμερα το ποσοστό αυτό είναι αρκετά χαμηλότερο.
Παρά τη μείωση αυτή, το συνολικό ποσοστό απορριφθεισών προσφυγών παραμένει υψηλό, φτάνοντας το 65,8% για τις υποθέσεις που εξετάστηκαν το 2024.
Συγκεκριμένα, από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο του 2024, η ΔΕΔ εξέτασε 5.420 προσφυγές. Από αυτές, μόλις 1.688 έγιναν δεκτές, είτε πλήρως είτε εν μέρει, ενώ 3.569 απορρίφθηκαν και 120 απορρίφθηκαν σιωπηρά, επειδή δεν υπήρξε απόφαση εντός της προθεσμίας. Επτά φορολογούμενοι παραιτήθηκαν από τη διαδικασία.
Οι αριθμοί αυτοί υποδεικνύουν ότι, παρά τις βελτιώσεις στη διαδικασία, ένα σημαντικό ποσοστό των φορολογουμένων και των επιχειρήσεων εξακολουθεί να αντιμετωπίζει δυσκολίες στη δικαίωσή του.
Από το 2013, οπότε και ιδρύθηκε η ΔΕΔ, έχουν υποβληθεί συνολικά 107.224 προσφυγές. Από αυτές, εξετάστηκαν 88.839, εκ των οποίων 22.241 έγιναν δεκτές.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο ποσοστό, 48.736 προσφυγές, απορρίφθηκε, ενώ 15.068 υποθέσεις απορρίφθηκαν σιωπηρά, επειδή δεν εξετάστηκαν εγκαίρως. Συνολικά, μόνο το 20,7% των υποθέσεων είχε θετική έκβαση για τους φορολογουμένους, ενώ περίπου 36.076 υποθέσεις έχουν καταλήξει στα διοικητικά δικαστήρια.
Η φορολογική διοίκηση αποδίδει την αύξηση των απορριπτικών αποφάσεων στο γεγονός ότι ο φορολογικός έλεγχος διεξάγεται πλέον υπό ενιαία διοικητική ομπρέλα, γεγονός που διασφαλίζει τη χρήση κοινών κανόνων και βελτιωμένων ελέγχων. Σύμφωνα με τους αρμόδιους, αυτή η προσέγγιση μειώνει τα λάθη και τις παραλείψεις, ενισχύοντας τη συνολική αποτελεσματικότητα του φοροεισπρακτικού μηχανισμού.
Ένα από τα σημαντικά πλεονεκτήματα της διαδικασίας είναι η δυνατότητα ηλεκτρονικής υποβολής των προσφυγών. Οι φορολογούμενοι μπορούν πλέον να υποβάλλουν τις ενδικοφανείς προσφυγές τους μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας της ΑΑΔΕ, χρησιμοποιώντας τους προσωπικούς τους κωδικούς TAXISNET.
Η υποβολή γίνεται εξ ολοκλήρου ψηφιακά, με τη δυνατότητα επισύναψης εγγράφων σε μορφή .pdf ή .zip, διευκολύνοντας τη διαδικασία και μειώνοντας την ανάγκη φυσικής παρουσίας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι φορολογούμενοι πρέπει να αναφέρουν όλα τα στοιχεία τους, καθώς και τις πράξεις που προσβάλλουν, τα σχετικά έγγραφα και τα επιχειρήματα που στηρίζουν την προσφυγή τους.
Σε περιπτώσεις νομικών προσώπων, η διαδικασία γίνεται από τον νόμιμο εκπρόσωπο με χρήση των προσωπικών του κωδικών.
Η ψηφιακή αυτή προσέγγιση θεωρείται βήμα προς τη διευκόλυνση και τον εκσυγχρονισμό της φορολογικής διαχείρισης.