«Αρχισα να σκέφτομαι, ”Ποιος θα με θυμάται όταν πεθάνω; Ποιος θα μου μιλάει; Ποιος θα με κληρονομήσει;…
Νομίζω ότι ο μεγαλύτερος φόβος δεν είναι ο θάνατος αλλά το να ξεχαστείς», λέει ο Λούις στον Guardian. Δεν είχε οικογένεια, ζούσε μόνος, δεν είχε σχέσεις, ούτε φίλους ούτε στενούς συγγενείς.
Έτσι σκέφτηκε κάτι έξω από τα συνηθισμένα. Να γίνει δωρητής σπέρματος, με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή τα παιδιά του θα ψάξουν να τον βρουν. Και έτσι έγινε.
Για να το καταφέρει σκέφτηκε ότι στατιστικά δεν έχει ελπίδες εάν προέκυπταν μόνο 10 παιδιά από τη δωρεά του. Εάν όμως προέκυπταν 100 ή και περισσότερα;
Ο Λούις είναι τώρα 68 ετών και μιλά για την ιστορία του από την οποία έχουν εγερθεί πολλά ηθικά διλήμματα. Σε πολλές χώρες, κάθε δότης σπέρματος δεν μπορεί να κάνει πάνω από 10 παιδιά. Γιατί όσο περισσότερα γεννηθούν, αυξάνεται ο κίνδυνος να βρεθούν στο μέλλον και να εμπλακούν χωρίς να το ξέρουν σε μια αιμομικτική σχέση. Ωστόσο Ο Λούις, που ήταν στην Ολλανδία και το όριο εκεί είναι 25 παιδιά, διάλεξε τρεις κλινικές για να κάνει τις δωρεές του.
Για 20 χρόνια από το 1982, έδινε σπέρμα ακόμη και τρεις φορές την εβδομάδα. Το 2002, όταν ήταν 50 ετών, αποφάσισε να σταματήσει. Βάσει των υπολογισμών του κάποιο από τα πρώτα του παιδιά θα πρέπει να ήταν ενήλικας πλέον. Έτσι περίμενε να τον αναζητήσει.
Πρώτη ήταν η Joyce Curiere, 34 ετών σήμερα, που μετά από ένα τεστ DNA έμαθε ότι έχει 15 αδέρφια από πατέρα που δεν ήταν αυτός που νόμισε όλη της τη ζωή.
Αυτά τα 15 άτομα είχαν ήδη ξεκινήσει την έρευνα και είχαν δώσει δείγμα. Το ίδιο είχε κάνει και ο Λούις. Σιγά-σιγά οι αριθμοί αυξάνονταν. Ο Λούις έχει υπολογίσει ότι οι δωρεές του έχουν οδηγήσει σε 200 γεννήσεις. Αμφισβητεί ωστόσο μια άλλη εκτίμηση, η οποία έγινε από τις κλινικές, ότι μπορεί να έχει ακόμη και 1.000 παιδιά.
Τέσσερα χρόνια πριν την ανακάλυψη της Joyce, ο Λούις έβλεπε μια εκπομπή, που λέγεται «Ποιος είναι ο πατέρας μου;». Ήταν δύο δίδυμα που έψαχναν τον πατέρα τους. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία αλλά μετά άκουσε τα ονόματα: Maaike και Matthijs. «Ωχ, αυτά είναι παιδιά μου», αναφώνησε.
Ο λόγος που το είπε αυτό είναι γιατί πριν χρόνια σε μια κλινική είδε ένα έγγραφο που δεν έπρεπε να δει. τα δύο ονόματα και τα χαρακτηριστικά του στον δότη σπέρματος. Τότε είχε καταλάβει ότι αυτά ήταν παιδιά του.
Πήρε τηλέφωνο στην εκπομπή και έδωσε το DNA του. Και έμαθε κάτι ακόμη πιο εξωφρενικό (αλλά για τον ίδιο υπέροχο). Στο ίδιο πλατό ήταν 8 παιδιά που έψαχναν τον πατέρα τους. Και ήταν εκείνος.
Έκτοτε ο Λούις έχει συναντήσει από κοντά περισσότερα από 40 από τα 57 παιδιά με τα οποία έχει ήδη ταυτοποιηθεί, λύνοντας απορίες που είχαν για μια ζωή.
Η Joyce λέει ότι μέσα σε μια συζήτηση 90 λεπτών, πήρε απαντήσεις που την βασάνιζαν μια ολόκληρη ζωή. Κατάλαβε από που κληρονόμησε το μαύρο χιούμορ της και το παρουσιαστικό της.
Ο Λούις έχει κρατήσει καλές σχέσεις με λίγα από τα παιδιά. Όμως κατάφερε αυτό που ήθελε. Έχει κάποιον να τον θυμάται, κάποιον να τον κληρονομήσει.