Αν βρισκόμασταν σε μια παιδική τάξη και ζητούσαμε από τους μαθητές να ζωγραφίσουν τα Χριστούγεννα έτσι όπως εκείνα τα αντιλαμβάνονται είναι σχεδόν βέβαιο ότι τα περισσότερα παιδιά θα σχεδίαζαν ένα χριστουγεννιάτικο δέντρο γεμάτο δώρα στη βάση του ή έναν Αι Βασίλη, φορτωμένο με τον τεράστιο σάκο του ή και τα δύο μαζί. Στην παιδική φαντασία η εικόνα των Χριστουγέννων είναι τόσο έντονα ταυτισμένη με τα δώρα του υπέρβαρου γηραιού ασπρογένη, που ελάχιστα παιδιά θα αποφάσιζαν να ζωγραφίσουν κάτι άλλο.
Ο μύθος του καλοσυνάτου παππού με την κατακόκκινη στολή αναγεννιέται κάθε Χριστούγεννα αφήνοντας τη φαντασία των μικρών παιδιών να οργιάζει. Η μυθική διαχρονική φιγούρα ξεδιπλώνει συμβολισμούς αξιών, όπως είναι η προσφορά, η γενναιοδωρία, η ελπίδα, η προσδοκία, η αγάπη, το όνειρο… γιατί τα παιδιά αγαπούν να ονειρεύονται, λαχταρούν το εξωπραγματικό, το άπιαστο και το μαγικό.
Στη σφαίρα της φαντασίας τους ο μυθικός Αι Βασίλης είναι η παντοδύναμη μορφή, ικανή να πραγματοποιήσει κάθε επιθυμία τους και να τα ανταμείψει για την καλή τους πράξη και συμπεριφορά. Μέχρι πότε όμως μπορούμε να αφήνουμε τα παιδιά να πιστεύουν στην ύπαρξη του Αι Βασίλη; Τι συμβαίνει όταν υπάρχουν μεγαλύτερα αδέρφια ή άλλα παιδιά στο σχολείο που μαρτυρούν την προέλευση των δώρων; Είναι σωστό να καταρρίπτουμε τον μύθο στα μικρά παιδιά και αν συμβεί αυτό πως μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε;
Η φαντασία είναι μέρος μιας υγιούς συναισθηματικής ανάπτυξης που βοηθάει στην ψυχοσύνθεση των παιδιών και δεν χρειάζεται να τη σταματάμε μας λέει η κα Αριάδνη Ντινοπούλου, ψυχολόγος – παιδοψυχολόγος MSc. Ειδικά στη σημερινή εποχή, όπου όλα τείνουν να γίνουν παθητικοποιημένα και τα παιδιά αδιαφορούν για το τι συμβαίνει γύρω τους ή περνούν περιόδους άρνησης και δυσπιστίας, είναι όμορφο να ενισχύουμε – όσο μπορούμε – το εορταστικό συναίσθημα.
Σαφέστατα, εξηγεί η κα Ντινοπούλου, κάποια στιγμή τα παιδιά από μόνα τους θα πάψουν να πιστεύουν γιατί θα συνειδητοποιήσουν ότι δεν υπάρχει ρεαλιστική ακολουθία σε όσα τους λέμε. Θα αρχίσουν να δημιουργούνται ερωτηματικά όπως πως καταφέρνει ο Αι Βασίλης να κουβαλάει τα δώρα όλων των παιδιών, πως κατεβαίνει από την καμινάδα, κι αν δεν υπάρχει καμινάδα στο σπίτι; Τα ερωτηματικά θα είναι πολλά και όσο μεγαλώνουν προς τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού θα αυξάνονται. Είναι καλό όμως να τα αφήνουμε να βρουν κάποιες απαντήσεις και να ξεδιαλύνουν μόνα τους το όριο μεταξύ φανταστικού και πραγματικού.
Την ίδια άποψη έχει και η κα ’Ελενα Ανθή, εκπ. παιδοψυχολόγος και εκπ. ψυχοθεραπεύτρια, η οποία μας λέει ότι τα περισσότερα παιδιά γύρω στην ηλικία των οκτώ σταματούν να πιστεύουν στον μύθο. Ο ρόλος του γονέα όμως είναι να προσπαθήσει να διατηρήσει τη μαγεία όσο περισσότερο μπορεί. Αντί λοιπόν – όταν ερωτηθεί – να πει ωμά στο παιδί ότι η ύπαρξη του Αι Βασίλη είναι ένας μύθος, μπορεί να το ρωτήσει για το τι πιστεύει εκείνο.
Όπως η κα Ανθή τονίζει είναι ωραίο να αντικαταστήσουμε τη φιγούρα με την κόκκινη στολή και τα άσπρα γένια με τη σημασία του μύθου. Δεν είναι ένας παππούς που μοιράζει δώρα, αλλά μια παράδοση που μεταφέρει την αξία της προσφοράς, της καλοσύνης, της ελπίδας και της αγάπης. Να πάρουμε το παιδί και να επισκεφτούμε μέρη για να προσφέρουμε χαρά σε συνανθρώπους μας ή αν δεν μπορούμε να πάμε, να φτιάξουμε μαζί του πράγματα για να τα δωρίσουμε. Μια άλλη ωραία ιδέα, όταν τα παιδιά είναι σε ηλικία που διαβάζουν, είναι να τους γράψουμε ένα γράμμα που να απαντάμε σε όλες τους τις απορίες.
Δεν υπάρχει σωστό και λάθος, ούτε ηλικιακό ορόσημο λέει η κα Ντινοπούλου. Η οικογένεια μπορεί να συντηρήσει τον μύθο με διαφορετικούς τρόπους και να κρατήσει τη συναισθηματικότητα στα μικρότερα παιδιά. Όπως εξηγεί η ίδια, τα μεγαλύτερα παιδιά διακατέχονται από την αίσθηση της ατομικής ισχύος και θέλουν να αποκαλύψουν την αλήθεια στα μικρότερα αδέρφια, μια και έχουν το συναίσθημα της παντοδυναμίας.
Πολλές φορές οι γονείς δεν μπορούν να ελέγξουν τα μεγαλύτερα αδέρφια ή τα άλλα παιδιά στο σχολείο που είναι έτοιμα να καταρρίψουν τον μύθο. Είναι όμως κι αυτό μια κοινωνική πρόκληση που καλείται να μάθει ένα παιδί, μια μικρή ματαίωση, μια διαδικασία ωρίμανσης που πρέπει να επιτρέψουμε να περάσει.