Το έγκλημα ως πρόκληση προς το Θεό
Massimo Recalcati,Τί απομένει από τον πατέρας
Το ερώτημα απλό και σαφές:όλοι οι άνθρωποι θεωρούνται καλοί μέχρι ν’αποδειχθεί το αντίθετο,ότι δηλαδή ήσαν κακοί και όλοι οι άνθρωποι θεωρούνται ακίνδυνοι μέχρι ν’αποδειχθεί το αντίθετο,δηλαδή ότι τελικά ήσαν επικίνδυνοι;
Αυτή η διχογνωμία θεμελιώνεται σε μία άποψη ότι ο άνθρωπος είναι ‘’κατά φύσιν αγαθός’’ αλλά τους χαλάει η κοινωνία σε αντιδιαστολή με μιάν άλλη εκδοχή ότι ο άνθρωπος είναι lupus αλλά η κοινωνία τον εξημερώνει και διοχετεύει την εγγενή επιθετικότητά του σε κοινωνικά πρόσφορες δράσεις.
Δεν γνωρίζω ποιάν απάντηση δίνουν στο παραπάνω δίλημμα οι βιολόγοι,οι κυτταρολόγοι,οι γενετιστές του DNA καθώς και οι λοιποί συναρμόδιοι της υλικής ουσίας του ανθρώπου.Οι απόψεις των θεολόγων είναι γνωστές αφού υποστηρίζουν ότι ‘ο κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν’ άνθρωπος δεν μπορεί παρά να είναι από γεννησιμιού του,δηλαδή ‘από κατασκευής’,καλοκάγαθος.
Οι ψυχολόγοι και οι ψυχαναλυτές διατυπώνουν άλλες απόψεις σχετικές με το Εγώ,το Υπερ-Εγώ,το Εκείνο,περί του ασυνειδήτου και του προσυνειδητού,περί των ορμεμφύτων και των απωθημένων.Οι κοινωνιολόγοι από τη μεριά τους ασχολούνται με τις αξίες,τις κουλτούρες,την εκμάθηση συμπεριφορών και τις νόρμες,ενώ οι ποινικολόγοι πολύ λίγο ενδιαφέρονται για την ante delictum κατάσταση[πλην ελαχίστων περιπτώσεων] και ρίχνουν όλο το βάρος στην ποιότητα της εγκληματικής πράξης,από την οποία βγάζουν συμπεράσματα για την ποιότητα του δράστη.
Το ζήτημα είναι τί ακριβώς λένε οι εγκληματολόγοι και ιδίως πώς συνδυάζουν την παρέκκλιση,την εκτροπή,την απόκλιση με την επικινδυνότητα.
Είναι γνωστό ότι ‘’η επικινδυνότητα συνιστά έναν επικίνδυνο όρο’’[the dangerousness of dangerousness],κυρίως στις περιπτώσεις που η κρίση του ειδικού ή του δικαστή θολώνει το τοπίο-λόγω πολιτικών,ιδεολογικών,κοινωνικών προκαταλήψεων- και ο ποινικός έλεγχος κατισχύει της επιστημονικής εκτίμησης κινδύνων.Η πίεση της κοινής γνώμης και των ΜΜΕ για την παραδειγματική τιμωρία ενός ‘αδίστακτου/ειδεχθούς’ εγκληματία,οι εμμονές πολλών ειδικών για μόνιμη ψυχοπνευματική διαταραχή και η αμηχανία των δικαστηρίων να διατάξουν ‘εγκληματολογική πραγματογνωμοσύνη’,όλα τα παραπάνω δεν αναιρούν όμως την πιθανότητα ύπαρξης δραστών με ιδιαίτερα ακραία επιθετικά χαρακτηριστικά.
Δεν αμφισβητώ την ‘κατασκευή βίαιων κι επικίνδυνων εγκληματιών’από τις διωκτικές/δικαστικές αρχές .Δύσκολα όμως μπορεί ν’αποδεχτεί κάποιος ότι αυτές οι διαδικασίες στιγματισμού βασίζονται στο απόλυτο κενό,δεν έχουν δηλαδή δοθεί από την πλευρά του δράστη ενδείξεις ,αν όχι και αποδείξεις,σκληρής,απάνθρωπης ή βάρβαρης συμπεριφοράς απέναντι σε συνάνθρωπό του.
Το έχω ξαναγράψει κι επιμένω σ’αυτή την άποψη.
Πιστεύω ότι είναι εξίσου λάθος να χαρακτηρίζει το Κράτος ως επικίνδυνους εγκληματίες τους πολιτικούς,ιδεολογικούς ή κοινωνικούς του αντιπάλους με το να ευλογούν ή να ανέχονται οι διάφοροι militant- διανοούμενοι οποιαδήποτε αντικοινωνική ή εγκληματική συμπεριφορά στο όνομα ενός αντιεπιστημονικού αντικρατισμού.
Σε κάθε περίπτωση το υπολανθάνον επικίνδυνο ‘των ακίνδυνων ανθρώπων’ δεν αίρει το[ενδεχομένως] αξιόποινο και δεν καλλιεργεί το ακίνδυνο των φανερά ‘επικίνδυνων ανθρώπων’.Η εκδίκηση απέναντι στο νεωτερικό μοντέλο του ορθο-λογικού ανθρώπου δεν επιτρέπεται να είναι το μετανεωτερικό μοντέλο του ‘διαφορετικού ‘ανθρώπου,ο οποίος εν είδει οιονεί-ακαταλόγιστου δικαιούται να πράττει τα πάντα δίχως νομικά όρια και προσωπική ευθύνη.
ΥΓ.Δεν πρέπει να χορηγείται άδεια,αναστολή ή υπό όρους απόλυση αν δεν έχει εξετάσει ειδική ομάδα επιστημόνων τις δυνατότητες κοινωνικότητας ή το απόθεμα ‘κακού’ που έχει το συγκεκριμένο άτομο
Επικινδυνοι ανθρωποι υπαρχουν και παραυπαρχουν