Στη διεύθυνση Αιγαίου κ Λεωνίδα 2.
Ένα έργο που γράφτηκε το 1881 κ παραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα.
Λόγω της πιστότητας στην αναφορά κ περιγραφή τόσο της επιφανούς τάξης όσο κ της εκκλησίας στην κοινωνία.
Έφερε με δεξιοτεχνία στο σανίδι την καθημερινότητα αλλά κ τις αμαρτίες της. Απαγορεύτηκε κ γι’αυτό τον λόγο πρωτοπαίχτηκε στο Σικάγο.
Πιθανολογείται πως το έγραψε εξ αιτίας του νόθου παιδιού που είχε αποκτήσει σε νεαρή ηλικία με μια υπηρέτρια.
Να τονιστεί πως το εν λόγω έργο πέρσι ανέβηκε στο Εθνικό Θέατρο. Αξίζει τον κόπο να διαθέσει κανείς 1.30 ώρα ώστε να παρασυρθεί κ να ζήσει τις και στιγμές καθημερινότητας της τότε εποχής που δεν έχουν κ πολλές διαφορές με το παρόν.
Λίγα λόγια για το έργο
Οι Βρυκόλακες, νορβηγικά Gengagere (=αυτοί που περπατούν ξανά στη γη) , Ghosts στα αγγλικά, είναι θεατρικό έργο τριών πράξεων του νορβηγού συγγραφέα Ερρίκου Ίψεν. Το έργο που γράφτηκε το Φθινόπωρο του 1881, τον Δεκέμβρη του ίδιου έτους εκδόθηκε σε βιβλίο και το 1882 ανέβηκε στο θέατρο, ανήκει – σύμφωνα με τους κριτικούς [2] – στα ρεαλιστικά κοινωνικά δράματα του συγγραφέα.
Η πρώτη έκδοση του βιβλίου
Το έργο, λόγω της τολμηρής για την εποχή εκείνη θεματολογίας του, συνάντησε έντονες αντιδράσεις, αλλά με το πέρασμα του χρόνου κατόρθωσε να επιβληθεί και να θεωρηθεί μάλιστα από τα αρτιότερα τεχνικά έργα του παγκόσμιου θεάτρου. Σήμερα θεωρείται από τα κλασικά του δραματικού ρεπερτορίου, από τα πιο αντιπροσωπευτικά του Ίψεν και των προβληματισμών του.
Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά, στα νορβηγικά αντί στα δανέζικα που συνήθως έγραφε ο συγγραφέας, στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και συγκεκριμένα στο Aurora Turner Hall του Σικάγου, στις 20 Μάη του 1881, μπροστά σε ένα κοινό από Νορβηγούς μετανάστες. Η μόνη επαγγελματίας ηθοποιός ήταν η Δανέζα που έκανε την κυρία Άλβινγκ.οι άλλοι ρόλοι εξυπηρετήθηκαν απο Δανούς και Νορβηγούς ερασιτέχνες ηθοποιούς. Απο κει και πέρα, άρχισε η παγκόσμια πορεία του.
Στην Ευρώπη ανέβηκε για πρώτη φορά το 1883, πρώτα στο Χέλσινμποργκ της Σουηδίας από τον θίασο του διάσημου τότε, σουηδού ηθοποιού Αύγουστου Λιντμπεργκ. Τους επόμενους μήνες, ο Λίντμπεργκ το πήγε περιοδεία σε αρκετές Σκανδιναβικές πόλεις, κατορθώνοντας έτσι σιγά-σιγά να το αποδεχτεί ο κόσμος. [3]
Στη Γερμανία, στο Άουγκσμπουργκ ανέβηκε το 1886 για πρώτη φορά, σε ιδιωτική παράσταση με τον ίδιο τον Ίψεν παρόντα, ενώ η δεύτερη παράσταση και πάλι μπροστά σε επιλεγμένο, μικρο κοινό δόθηκε στο Βερολίνο τον Ιανουάριου του 1887.
Στη Γαλλία ανέβηκε τον Μάη του 1890, στην Ιταλία το 1892 και στην Αγγλία το 1891.[4] Στην Αγγλία μάλιστα, ο κρατική λογοκρισία αρνήθηκε να εγκρίνει την παράσταση. Έτσι, η πρώτη εμφάνιση του έργου στο Λονδίνο, δεν έγινε παρά σε μια ανεπίσημη παράσταση για λίγους, κεκλεισμένων των θυρών, ένα Σάββατο απόγευμα στις 13 Μάρτη του 1891, σε μια αίθουσα του Βασιλικού θεάτρου. Οι κριτικοί δικαίωσαν την απόφαση της λογοκρισίας. ….χτες το βράδυ ακούστηκαν μπροστά στα έκπληκτα μάτια και αυτιά των παρευρισκομένων,ανάμεσα στους οποίους και αρκετές κυρίες, διάλογοι που δεν έχουν θέση έξω απο τους τοίχους ενός νοσοκομείου [5]
Στην Ελλάδα, ανέβηκε το 1894 από το θίασο του ηθοποιού Ευτύχιου Βονασέρα.
Το έργο μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο, το 1915, σε μια 49λεπτη, βουβή ασπρόμαυρη ταινία με σκηνοθετες τον Τζορτζ Νικολς και Τζον Εμερσον [6]
Η συγγραφή
Ο Ιψεν άρχισε να δουλεύει το έργο τον Ιούνη του 1881, όταν έμενε στη Ρώμη. Το έργο το είχε τελειώσε τον Οκτώβρη του ίδιου χρόνου και αμέσως το έστειλε στον εκδότη του Φρέντεριν Χέγκελ. Ο εκδοτικός οίκος Gyldendalske Boghandels Forlag το εξέδωσε στις 13 Δεκεμβρίου του 1883 στην Κοπενχάγη σε 10.000 αντίτυπα.
Το βιβλίο προκάλεσε αμέσως την κατακραυγή του πνευματικού κόσμου. Το κατηγόρησαν για μηδενιστικό, αθεϊστικό, για προαγωγό του ελεύθερου έρωτα, για διαφήμιση της σύφιλης και της έκλυτης ζωής και πολλά άλλα. Οι βιβλιοπώλες το κατέβασαν απο τα ράφια των βιτρίνων τους και τα 10.000 κομμάτια δεν εξαντλήθηκαν παρά το 1894, δεκατρία χρόνια μετά, όταν χρειάστηκε επανέκδοση.
Ο συγγραφέας δεν ένιωσε έκπληξη. Περίμενε κάτι τέτοιο, αφού σε ένα γράμμα του προς τον εκδότη, γράφει ότι: είναι λογικό να περιμένουμε οτι οι Βρυκόλακες θα σημάνουν συναγερμό σε μερικούς κύκλους. Αλλά ας γίνει. Αν δεν προκαλούνταν αναστάτωση, δεν θα ήταν και αναγκαίο το γράψιμο τους. [7] Όταν ο Ίψεν έστειλε αντίγραφα του βιβλίου σε διάφορα θέατρα, για να το ανεβάσουν, συνάντησε και εκεί, απόρριψη. Ακόμα και τα θέατρα με τα οποία είχε πολλές φορές συνεργαστεί ο Ίψεν μέχρι εκείνη τη στιγμή, δεν δέχτηκαν να το ανεβάσουν.